Τίποτα δεν έδειχνε ελπιδοφόρο φεύγοντας.
Μάζεψα με βαριά καρδιά τα απαραίτητα των διακοπών, ελάχιστα ρούχα, πολλά γκάτζετς, εξοπλισμούς, σύνεργα κι έφυγα. Τα τελευταία συναισθηματικά στίγματα, έγιναν κατακάθια τα πήρα μαζί μου παρέα με ανατριχιαστική απογοήτευση αφήνοντας το καληνύχτα μου.
Θαρρώ πως ήταν η κούραση όλου του χρόνου μαζεμένη μέσα από αναπάντεχα γεγονότα και επαναλήψεις. Μπορεί και η ανάγκη να πλανάσαι στη πλάνη ενίοτε.
Χάρηκα την ανεξαρτησία μου τις πρώτες μέρες, δυσκολεύτηκα στη συνέχεια. Κάτι είχε αλλάξει γύρω μου, μέσα μου.
Η απουσία, ίσως…
Η διαπίστωση γι άλλη μια φορά πως όλα έχουν αρχή και τέλος, η έλλειψη από το γνώριμο χάδι και η απόφαση να περάσει σε παρελθόντα χρόνο.
Όλα μαζί και τίποτα. Πάλι χάος. Το τέλος του κόσμου πλησίαζε απειλητικά. Κάθε φορά αυτά σκέφτομαι και χάνω λάδια.
Τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια δεν κλαίω, υπολογίζω περισσότερο τις ρυτίδες και ποντάρω στο πεπρωμένο. Άφησα τις σκέψεις όσο μπόρεσα πίσω, βάζοντας τη λογική πιλότο. Κέρδισα ένα κομμάτι ανυπολόγιστο, πόνος επιλεκτικά.
Αλλαγή πλεύσης και προορισμού με τα μπογαλάκια μου στους ώμους. Πάντα η φυγή σημάδι που με κάνει κομμάτια, δεμένο με την ύπαρξή μου.
Όλα άλλαξαν πριν τρία χρόνια. Τότε που αναγκαστικά με «έχωσαν» σ’ εκείνο το χειρουργείο που έμελλε να σημαδέψει το έκτοτε κατόπιν μου. Φτάνεις μια ανάσα πριν το τέλος και αναρωτιέσαι «γιατί σε μένα;» Σήμερα ξέρω πως αν εκείνη η πικρή διαπίστωση που μου άλλαξε τη ζωή μέσα σε μια νύχτα δεν είχε φτάσει, θα περιπλανιόμουνα ακόμα σε κόσμους ρομαντικούς κι αέρινους, ολότελα δικούς μου, ψάχνοντας απαντήσεις που ποτέ δεν θα έβρισκα, δίχως να ξέρω πολλές απ’ τις πραγματικές αξίες που αναγνώρισα έκτοτε. Έπρεπε λοιπόν να βιαστώ. Να ζήσω. Και δεν έπεσα στην πλάνη κάποιου Αγίου βέβαια. Ούτε βρήκα το χρόνο να κλάψω για τη συνάντησή μου με τούτο το ελεεινό κι απροσδόκητο πεπρωμένο.
Έκανα το απλούστατο. Έβαλα εμπρός όλα τα γκάζια και κατ’ ευθείαν πέμπτη, λέγοντας μπροστά στον καθρέφτη μου για να το εμπεδώσω: «Πάμε κι όπου μας βγάλει η άκρη, όσο αντέξουμε σε όρθια θέση μόνον».
Το θεριό το κοίμισα, το ξεγέλασα, παραμονεύει…μου κλείνει το αλλήθωρο μάτι, αλλά αποδείχτηκε πως είμαι πιο πονηρή για την ώρα, αφού το νιώθω πως τρομαγμένο κρύφτηκε πίσω απ’ το ανάστημά μου.
Από τότε ζω πιο συνειδητά με άλλες επιλογές και στόχους. Προσπαθώ να υποθηκεύσω με τις λιγοστές δυνάμεις που έχω σαν μονάδα, καλύτερο κόσμο στις γενιές που έρχονται και φωνάζω δυνατά για να μ’ ακούσουν ακόμα και οι κουφοί.
Ποιος απ’ όλους χέστηκε τελικά για το τι κάνω;
Παγιδεύομαι σε έρωτες, ρουφάω τις σταγόνες απ’ το μπουκαλάκι που απλώνω μπροστά μου αργά και απολαυστικά μια-μια. Όσα δεν έκανα στην πρώτη νιότη μου, τα ολοκληρώνω σήμερα. Δίχως αναστολές και ερωτήματα. Και όλα τα απλοποίησα. Πετάω μέσα στους σάκους μου μπλουζάκια με βρακιά ανάκατα, συνήθως τα άχρηστα. Φθαρμένα σε εγκατάλειψη ή σχεδόν αποσύνθεση. Τόσο που δεν με αναγνωρίζω κι ας με γουστάρω έτσι χύμα. Καμαρώνω τα λάθη μου που πολλαπλασιάζω, γιατί αυτά με γυρνούν πίσω και είναι ζωτικό μέρος αυτής της επίγειας ρεαλιστικής ζωής μονάχα. Της δικιάς μου ξεχωριστής ζωής. Ζωή γεμάτη ένταση κούραση και εξάντληση. Απέκτησα αλήτικη συμπεριφορά και λιγότερο σεβασμό στον εαυτό μου, για πάρτι μου. Δαγκώνω τις κρεπάλες και τις καταπίνω αδούλευτες. Ακόμα και στις διακοπές οι ώρες δεν φτάνουν. Κοιμάμαι ελάχιστα σαν τους γέρους και μαζεύω σωρούς από άχρηστα πράγματα, επίσης σαν τους γέρους, αλλά σημαντικά και με αξία για μένα. Στην επόμενη θα διορθώσω τα σφάλματα και οι καλοσύνες μου θα είναι επιλεκτικές αφού θα έχω χεσμένους τους άλλους γύρω μου, το αποφάσισα. Θα προσέχω κάθε μου κίνηση και τα καθώς πρέπει μου θα αφορούν μονάχα εμένα, ούτως ή άλλως ποιος τα εκτίμησε ; Θα αγαπήσω περισσότερο τον εαυτό μου. Και θα τον τρατάρω τα καλύτερα από την αρχή. Απλά δίχως τύπους.
Αλλά σε τούτη δω δεν υπάρχει χρόνος, θα βουτάω βαθιά στην αμαρτία, all the way.
Θα τα πυρώσω όλα, θα κάψω φλάντζες…γιατί εδώ υπάρχει το νόημα.
Κάπως έτσι με τέτοιες σκέψεις πράξεις…
η αδιάφορη ματιά μου χάθηκε στο γνώριμο προορισμό. Θάλασσα, πράσινο τοπίο, παιγνίδι με το εδώ κι εκεί βαμβάκι του ουρανού, με φεγγάρια και ηλιοβασιλέματα.
Μάζεψα ένα τόνο κοχύλια που σκέφτομαι να μοιράσω σε φιλαράκια επιστρέφοντας όταν ξαφνικά…
Η φιγούρα του έσκασε μύτη, μαζί με τα μπαγκάζια του κι εκείνο το θλιμμένο γνώριμο κατάλευκο χαμόγελο.
Για δεύτερη χρονιά στον ίδιο προορισμό…
και να φέρνει τα πάνω κάτω…μέσα μου.
Αδιόρθωτη πάντα. Πόσες φορές έως τώρα θα μπορούσα να μετρήσω τα κρακ.
Λογική και παραλογισμός δυο λέξεις που χορεύουν τσάμικο ασύστολα στο νου μου. Γαμάτος χορός, λεβέντικος αν τον χορεύεις με το κεφάλι ψηλά.
Το τυπάκι το συνάντησα πέρσι στο ίδιο σημείο χρονικά και μου ξέφυγε…
Ήταν θέμα διαχείρισης, όπως όλα…
Τούτη τη φορά δεν θα έχανα το υγρό του βλέμμα, απ’ τη ματιά μου! Τα ανάκατα μακριά του μαλλιά κατά παράδοξο τρόπο ήθελα να μπλέξουν στα δάχτυλά μου και όχι μόνον. Βγαλμένο σαν από ταινία του Τζεφιρέλι κάτι ανάμεσα από αθώο κι αέρινο που μεταμορφώνεται σε πολυμορφικό και αλλόκοτα πρόστυχο. Θα έπρεπε να βάλω μαεστρία και όλους εκείνους τους γυναικείους τρόπους να κάνω κατακόρυφη κατάδυση στην αμαρτία και να ποντάρω στο παιγνίδι της με επίγνωση πως ο χυμός ρουφιέται φρέσκος, μέχρι το τέλος. Ξέρετε, γλαρό βλέμμα, φιλήδονα χείλη έτοιμα σε θέση μπουκίτσας, κούνημα γοφών λίγο σκύψιμο και χορευτικά κολπάκια που κάνουν τα αρσενικά να χάνουν τα λόγια τους. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί χρειάζονται όλα αυτά και πως επαναλαμβάνονται αέναα. Και αν έχεις διαβάσει cosmopolitan στην εφηβεία σου, τα εμπέδωσες, δεν γλιτώνεις. Αν κι η γιαγιά ήταν πολίτισα, τότε κλασικά μπήκε στο αίμα σου. Αν βάλεις στη συνταγή και το μυαλό να δουλέψει σύμφωνα με την πείρα και τις γνώσεις, τότε δεν χρειάζεσαι τα παντός καιρού μαντζούνια και βότανα της κυρά Μάρας.
Σαν απετάιζερ, σαν κυρίως, σαν επιδόρπιο, ποια η σημασία; Η γεύση μετράει αυτή που μένει στη γλώσσα.
Η συνταγή πέτυχε, η γεύση καλύτερη απ’ ότι υπολόγισα και ήρθε η ώρα εκείνη των ερωτήσεων, τι το’ θελε να ρωτήσει την ηλικία μου;
Ευτυχώς έπεσε λίγα χρονάκια έξω κι έτσι γλιτώσαμε τον πανικό και το ζόρισμα κι αυτή τη φορά. Μανία και κώλυμα που έχουν οι άντρες με τις ηλικίες! Ζήσε αγοράκι μου αυτό που σου προσφέρεται κι άσε τα μαθηματικά για άλλες ώρες. Σε διακοπές είμαστε, ξεκούρασε το μυαλουδάκι σου. Ο παρανομαστής δεν αλλάζει και η διαίρεση καίει τα λίπη. Σιγά που θα κολλήσω στα δέκα επτά χρονάκια διαφοράς.
Αν ήταν δικά σου (τα 17) θα το έκανες θέμα;
Το σώσαμε κι αυτό την τελευταία στιγμή, αφήνοντας τη φιλοφρόνηση πως το χαμόγελό μου (και όχι μόνον!) μοιάζει με πιτσιρίκας (lol) για να μην ξεχνιόμαστε. Πάλι καλά που το μυαλό μου μεγάλωσε και χύθηκε απ' έξω!
Μεταξύ μας γέλασα …γιατί δίχως να θέλω σκέφτηκα τον αμέσως προηγούμενο - που τον έφαγαν οι έρευνες – και που συμπτωματικά ήταν δέκα επτά χρονάκια μεγαλύτερος…
Αλλά δεν το έκανα και θέμα…
απλά έτυχε!
Αυτό το 17 με κυνηγάει τελικά!
Άλλο ένα κατεστημένο που πρέπει να καταρρίψουμε Ladiezzz!
Υ.Γ. ακόμα βρίσκομαι στο όνειρο των διακοπών και δεν θέλω να ξυπνήσω. Αφήστε που με έφαγαν οι αναβολές, κερδίζοντας μέρες!